΄Εχουμε συνδέσει τα εμβόλια με τα παιδιά αλλά δεν είναι λίγα τα εμβόλια που πρέπει να κάνουν και οι ενήλικες:
Εμβολιασμός κατά της γρίπης: Η γρίπη είναι συχνή και έχει σοβαρές επιπλοκές. Το εμβόλιο της γρίπης πρέπει να γίνεται κάθε χρόνο σε όλα τα άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω. Γίνεται και σε νεότερα άτομα αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι. Επίσης συνιστώνται σε άτομα που βρίσκονται σε στενή επαφή με παιδιά μικρότερα από 6 μηνών και σε έγκυες γυναίκες.
Εμβολιασμός κατά του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV): Συστήνεται να εμβολιάζονται όλα τα κορίτσια και τα αγόρια από την ηλικία των 11 ετών.
Εμβολιασμός κατά του πνευμονιόκοκκου: Υπάρχουν διάφοροι τύποι εμβολίου κατά του πνευμονιόκοκκου ανάλογα με την περίπτωση.
Εμβολιασμός κατά του έρπητα ζωστήρα: Μία δόση εμβολίου κατά του έρπητα ζωστήρα συστήνεται για ενήλικες ηλικίας 60 -75 ετών ανεξάρτητα αν είχαν προηγούμενο επεισόδιο έρπητα ζωστήρα. Για ανοσοκατασταλμένους υπάρχει καινούργιο πιο αποτελεσματικό εμβόλιο δυο δόσεων.
Εμβολιασμός κατά της διφθερίτιδας, τετάνου και κοκκύτη: Συστήνεται σε όλους τους ανεμβολίαστους ενήλικες, ανεξαρτήτως ηλικίας, να εμβολιάζονται πλήρως με 3 δόσεις. Ο εμβολιασμός συνεχίζεται με μία αναμνηστική δόση ανά 10ετία.
Εμβολιασμός κατά της ιλαράς, παρωτίτιδας, ερυθράς (MMR): Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός για την ιλαρά εισήχθη το 1981 και οι δυο δόσεις το 1991. Τώρα γνωρίζουμε ότι χρειάζονται δυο δόσεις για ικανοποιητική ανοσία. Ατομα γεννημένα μετά το 1970 και πριν το 1981 έχουν σημαντικές πιθανότητες είτε να μην έχουν εμβολιαστεί για την ιλαρά και είναι επίνοσοι (εκτός κι αν υπάρχει εργαστηριακά επιβεβαιωμένη νόσος στο παρελθόν), είτε να έχουν κάνει μόνο μία δόση, κάτι που ξέρουμε πια ότι δεν προσφέρει ικανοποιητική προστασία. Η μέγιστη δυνατή προστασία παρέχεται από δύο, συνολικά, δόσεις MMR.
Άτομα γεννημένα πριν το 1970 θεωρούνται άνοσα για την ιλαρά, αφού λόγω της εκτεταμένης κυκλοφορίας των «άγριων» στελεχών του ιού εκείνη την περίοδο, σχεδόν όλοι είχαν είτε νοσήσει είτε εκτεθεί στον ιό.